Jump to content

Page:Eisagogiki-Didaskalia.pdf/39

From Wikisource
This page has been proofread.
Ῥωμαίϊκα Βλάχικα Βουλγάρικα Ἀλβανίτικα
μεγάλην γενειάδαν μάῤῥε πάρπα κώλεμα μπράτα τᾳμάδ μιέκαρη
ὅταν σφουγγίζουν κᾴντου ἀστέρκου κώκα ἴζπρασαετ κούρ φσήννᾳ
ταῖς μύξαις των. μούσλλη ἀλόρου νίχτητε μάρσουλη κίρατ ἐτοῦρε
καὶ τὰ συάλιά των σσὴ μπάλλε ἀλόρου ἣ νίχτητε σούσλιβη ἐδέ ψτούμραρετ ἐτούρε 905
νὰ κοιτάζουν καλά σέ μουτριάσκα κῆνε τά κλέταετ χάρνω τᾴ βουστρώννε μίρα
διὰ νὰ μὴ τοὺς πέσῃ τρά σε νουλά κάτᾳ ζά τά νὲ πάτναετ κῆ τᾳμώσ οὐπγιὲρ
τίποτε εἰς ταῖς τρίχες τζηβᾶ πρέ πέῤῥη. νίστω ρῶ βλάκνατα. γκικάσσ μπά κίμετ.
Καὶ ᾑ γυναῖκες Σσή μουλλερλε Ἢ ζέννητε Ἐδέ κράτᾳ
ὁποῦ ἔχουν τζὴ ἄου στῶ ἴμαατ κή κάννᾳ 910
πλεξήδια μεγάλα κουσσῆτζε μάῤῥη κώση κώλεμη γκρεσσέτ τᾳμᾳδά
νὰ μὴ βλασφημοῦν σέ νοῦ πλάστιμα τά νέ κᾴλναετ τᾳμώσ μαλακόϊννᾳ
μάταια. γκότου. τόκου τάκα γκότ
Ὅτι ἁμαρτάνουν. Κά στιψιέσκου ὅτι φταίσαετ σὲ φαϊτώϊννᾳ.
Καὶ ἐκεῖνοι ὁποῦ ἔχουν Σσή ἀτζέλλη τζή ἄου ἢ τῆε στῶ ἵμαατ Ἐδὲ ἀτᾶ κῆ κάννᾳ 915
εἰς τὴν ἀμασχάλην σουμσοάρε ποτμήσκατα ντᾳ ᾳ σιέτουλᾳ
σφαῖραν τόπᾳ τόπ τόπκα. πράστα
καὶ εἰς τὸν κόρφον σσή νσίνου νά παζούατα ντᾴ κῆ
φίδι ναπᾴρτικα σμία γκιάπαρ
ἀχαμνά κάμνουν. οὐρούτου φάκου. λώσσω τζήναετ. κκέκη μπάϊννᾳ. 920
Ὁπόταν νὰ σφάζουν Κᾄντου σέ τάλλε Κώκα τά ζάκολιαετ Κούρ τᾴ θέρηννᾳ
οἱ χασάπηδες χασάκλλη κασάπητε κασάπατ
κρέας παχύ κάῤῥᾳ κριάσσᾳ μέσο τέπελω μίσσ τᾳμάϊμᾳ
νὰ πάρῃς σέ λλέη τά ζέμησσ τᾴ μάρσσ
ἀπὸ τὴν οὐράν. τε λά κωάτᾳ. ὀτ ὀπάσκατα. πέ μπίστητ. 925
Καὶ ὅταν φτιάνῃς Σσή κᾄντου ἀτάρη Ἢ κώκα νάπραησσ Ἐδέ κούρ τᾳρτών
ἀχυρῶνα πλιάντζᾳ πλέμνα πλεβίτζᾳ
νὰ βάλῃς σέ μπάτζη τά κλάησσ τᾴ βέσσ
στύλους γερούς στούρουρη σᾳνᾳτόσσι τίρετζη στράβη τουρὲκ τᾳσᾳντόσσ
καὶ νὰ ῥίξῃς ἄμμον σσή σὲ ἀρούτζη ἀρίνᾳ ἢ τᾴ φᾴρλησσ τέσωκ ἐδὲ τᾴ στίεσσ σούρ. 930
Ὁτι Κᾶ Ὅτι Σὲ